Στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδας, στο τμήμα χειρογράφων φυλάσσεται με πολλή προσοχή ένας παλαιός χειρόγραφος κώδικας, που ανάμεσα σε πολλές άλλες θρησκευτικές πληροφορίες περιέχει και τον βίο του Αγίου Μάμα.
Ο χειρόγραφος αυτός τόμος που φέρει τον κωδικό αριθμό 594, προέρχεται από την βιβλιοθήκη του Μετοχίου του Παναγίου Τάφου της Κωνσταντινουπόλεως.
Το κείμενο αυτό είναι από τις παλαιότερες πηγές που αναφέρονται στον βίο του Αγίου.
Κάποιος μοναχός τον 16ο αιώνα αντέγραψε - και διέσωσε έτσι- σ’ αυτό τον τόμο, τον βίο του Αγίου από κάποιον πάπυρο γραμμένο τον 5ο ή 6ο αιώνα.
Στο βιβλίο αυτό εξιστορείται σε απλή γλώσσα της εποχής των πρώτων χριστιανικών αιώνων, ο βίος του Αγίου Μάμα από την στιγμή στις γέννησής του στην φυλακή, της υιοθεσίας και της βαπτίσεώς του, της παιδικής του ηλικίας και του πρώτου του μαρτυρίου. Περιγράφει στην συνέχεια την ζωή του στο βουνό και την συμβίωσή του με τα άγρια ζώα, το μεγαλείο του χαρακτήρα του και την φιλανθρωπική του δράση, καθώς και την τελική σύλληψή του και τον μαρτυρικό του θάνατο.
Ο συγγραφέας του βίου αυτού είναι άγνωστος. Μπορεί το όνομά του να χάθηκε στις αντιγραφές του κειμένου μέσα στους αιώνες, μα το πιθανότερο είναι η ταπεινοφροσύνη του και η σεμνότητά του, να ήταν ο λόγος για τον οποίο το κείμενο αυτό αναφέρεται από τους μελετητές, σαν Ανώνυμος Βίος.
Διαβάζοντας κάποιος το πρωτότυπο κείμενο, έχει την βεβαιότητα πως ο συντάκτης του ήταν ένας απλός άνθρωπος και έγραψε ένα κείμενο απευθυνόμενος σε απλούς ανθρώπους όπως και εκείνος.
Έτσι το κείμενο έχει ακόμα κάτι, από το άρωμα εκείνης στις εποχής και μελετώντας το προσεκτικά θα μπορέσουμε να αποκρυπτογραφήσουμε σημαντικά και ενδιαφέροντα στοιχεία της λαϊκής λατρείας. Η ιστορική του αξία αν και αδιαμφισβήτητη είναι σχετικά περιορισμένη. Αυτό γιατί, αν και μπορούμε εύκολα να επαληθεύσουμε την χρονική περίοδο που έζησε ο Άγιος Μάμας, διασταυρώνοντας τις πληροφορίες του βίου του με τις ιστορικές πηγές, δεν μπορούμε να κάνουμε το ίδιο και με τις λεπτομέρειες της αφήγησης, που ακόμα όμως κι αν θεωρηθούν απλοί λαϊκοί θρύλοι, δεν αναιρούν το γενικό πλαίσιο.
Μπορούμε λοιπόν με την βοήθεια της φαντασίας, να ανακαλύψουμε εκείνο τον φτωχό μοναχό που στα σκοτεινά χρόνια στις Τουρκοκρατίας καθισμένος ώρες ολόκληρες στο λιτό κελί του, αντέγραφε με το φτερό στις χήνας, τον βίο του Αγίου Μάμα, υπό το αμυδρό φως του καντηλιού ή του λύχνου.
Πάπυροι και περγαμηνές διαλυμένες από τον χρόνο και παμπάλαια κιτρινισμένα βιβλία κατεστραμμένα από τα έντομα και την χρήση, ανεκτίμητες γνώσεις, με σκληρή δουλειά τέτοιων ανθρώπων διασώθηκαν.
Το ανακόλουθο στο νόημα που ίσως παρατηρήσουμε και η μπερδεμένη συχνά σύνθεση ίσως και να μην βαρύνουν τον συγγραφέα αλλά τους πολλούς αντιγραφείς που παρ’ όλα τα λάθη τους, κατόρθωσαν να μεταφέρουν στην εποχή μας σχεδόν αλώβητο, ένα τέτοιο παμπάλαιο αγιολογικό κείμενο.
Πολλές φορές οι αντιγραφείς αυτοί δεν ήξεραν καν γραφή και ανάγνωση και επιτελούσαν την εργασία τους αυτή με τρόπο θαυμαστό, ζωγραφίζοντας ουσιαστικά τα γράμματα που έβλεπαν στα πρωτότυπα κείμενά τους.
Αυτός ουσιαστικά ήταν και ο πιο σημαντικός λόγος που ήταν δύσκολη η ανάγνωση και η αποτύπωση του πρωτότυπου κειμένου σε ηλεκτρονική μορφή. Για την πραγματοποίηση του έργου αυτού αξίζουν συγχαρητήρια και ένα μεγάλο ευχαριστώ στην φιλόλογο Μαρίνα Μπέτση για την βοήθεια της στην ανάγνωση και την μετάφραση του παμπάλαιου αυτού κειμένου.
Στις σελίδες που ακολουθούν παραθέσαμε και κάποια αποσπάσματα (σε μορφή εικόνας) από το πρωτότυπο κείμενο. Κοιτάζοντάς τα μπορούμε να φανταστούμε όχι μόνο εκείνους που τα έγραψαν και τα αντέγραψαν, αλλά προχωρώντας ακόμα περισσότερο, φανταζόμαστε τους κληρικούς και τους λαϊκούς να συναθροίζονται και να διαβάζουν μεταξύ τους τέτοιους βίους, που αφηγούνται την ζωή και τον αγώνα των μεγάλων Αγίων μαρτύρων.
Με τέτοιο τρόπο οι πιστοί κατόρθωναν να διαφυλάττουν ακέραια την πίστη τους, σε πείσμα των δύσκολων καιρών. Οι συνάξεις αυτές των πιστών Χριστιανών, έδωσαν και το όνομά τους στις θρησκευτικές τους ιστορίες: τα συναξάρια!
Έτσι τόνωναν το θρησκευτικό στις συναίσθημα οι πρώτοι Χριστιανοί και μέσα από την θρησκευτικότητά τους και την ηθική που πήγαζε απ’ αυτήν, δρούσαν αλληλέγγυα, και κάλυπταν έτσι τις πνευματικές, τις βιοτικές και τις κοινωνικές τους ανάγκες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου